Πριν λίγο με σταματάει στον δρόμο ένας παππούς και με ρωτάει αν έχω να του δώσω ένα ευρώ να πιει έναν καφέ. Συμπτωματικά μόλις έχω αγοράσει ένα σακουλάκι φρεσκοκομμένο τούρκικο και πάω να του το δώσω. «Δεν θέλω, αγόρι μου», μου λέει. «Έχω καφέ στο σπίτι μου, όσο θέλω. Στο καφενείο θέλω να πάω να πιω έναν καφέ να πω καμιά κουβέντα με τους φίλους μου. Και να... Βγήκα χωρίς το πορτοφόλι.» «Γιατί δεν ζητάς από τους φίλους σου, τότε, να σε κεράσουν;» εκφράζω την εύλογη, όπως νομίζω, απορία. «Γιατί με έχουνε μάθει και δεν πιστεύουν πια ότι ξεχνάω κάθε φορά το πορτοφόλι σπίτι μου. Τομάρια, όλοι τους. Με τους περισσότερους από αυτούς γνωριζόμαστε από παιδιά. Αλήτες, σου λέω, τίποτα δεν σέβονται.» «Δεν σε καταλαβαίνω, ρε παππού», του λέω. «Βγήκες στ’ αλήθεια από το σπίτι χωρίς το πορτοφόλι ή με κοροϊδεύεις τώρα κι εμένα έτσι, κατάμουτρα;» «Το πορτοφόλι το κρατάει η κυρά», μου απαντάει. «Να ξέρεις, καλύτερα να σε έχουνε για τρακαδόρο ή έστω να νομίζουν πως σε έχει φάει η άνοια, παρά να ξέρουν πως σε κάνει ό,τι θέλει η γυναίκα. Δώσε τώρα ένα ευρώ για το μάθημα στο δάσκαλο.»
Γιάννης Αντάμης
για να διαβάσεις ολόκληρη την συλλογή των κωμικών αποσπασμάτων με τίτλο " Το Ηπειροκεάνιο" πάτησε εδώ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου