Ο Τίου είναι προσεχώς σοφός. Μελετάει τη χρησιμότητα σπάνιων ή συνηθισμένων πραγμάτων/καταστάσεων/ιδεών και ως εκ τούτου σκέφτεται 365 μέρες το χρόνο. Τα δίσεκτα έτη του περισσεύει μια ημέρα την οποία και αφιερώνει στις προμήθειες τεράστιων ποσοτήτων στραγαλιών και βραστού ρυζιού που καταναλώνει μανιωδώς. Σήμερα ο Τίου περπατάει με τα χέρια στις τσέπες και σκέπτεται τη χρησιμότητα της γροθιάς. Γροθιά: καβγάς, μαύρο μάτι – βγαλμένο δόντι, αντικαθιστά μακιγιάζ – οδοντίατρο, λιγότερα έξοδα, πρόληψη - οικονομία. Γροθιά: βία – πάθος – ένωση – επίτευξη – σύμβολο – απλά ένα χέρι - αγκύλωση. Χαμένος στο λαβύρινθο της σκέψης και της φιλοσοφίας τον κόσμο έχει φέρει βόλτα τρεις φορές όταν ένας οξύς πόνος στο αριστερό δάχτυλο του ποδιού του, τον αναγκάζει να καθίσει στον ίσκιο μιας πανωραίας κερασιάς. Ο Τίου ανακουφισμένος τρώει στραγάλια και βραστό ρύζι αφήνοντας το βλέμμα του να χαθεί στον κατάλευκο ανθισμένο κάμπο.
- Πολύ το λευκό μικρέ, έρχεται μια φωνή από ψηλά.
Ο Τίου σηκώνει το κεφάλι του και βλέπει ένα γέρο να κάθεται, ισορροπώντας, σ’ ένα μικροσκοπικό κλαδί. Ο Τίου βαριέται τις ερωτήσεις, τις γνωριμίες, τις συγκινήσεις και τις παρεμβολές. Σχεδόν ενοχλημένος γνέφει θετικά. Ο γέρος κατεβαίνει από το δέντρο και στρογγυλοκάθεται σιμά του. Δεν είναι ευοίωνες οι κινήσεις σου και οι πρωτοβουλίες σου γέροντα, σκέφτεται ο Τίου.
- Τι κάνεις σε τούτα τα έρημα μέρη μικρέ, ρωτάει ο γέρος
- Εργάζομαι, απαντάει κοφτά ο Τίου.
- Α, εργάζεσαι, δηλαδή είσαι εργάτης, δηλαδή θα εργαστείς, θα εργαστείς και κάποια στιγμή θα αντιδράσεις ή θα επαναστατήσεις, λέει ειρωνικά ο γέρος και τα μάτια του καίνε.
Ο Τίου καταπίνει το στραγάλι που μασάει και σηκώνεται όρθιος. Είναι έτοιμος να ξεκινήσει και πάλι το ταξίδι στη σκέψη και να ξεφορτωθεί μια για πάντα τον φλύαρο γέρο.
- Λοιπόν, δεν μου είπες μικρέ, θα εργαστείς και κάποια στιγμή θα αντιδράσεις;
- Μπορεί, απαντάει ο Τίου.
Ο γέρος αιωρείται, η μακριά γενειάδα του ανεμίζει κι αυτή και τόσο πολύ προς στιγμή ταιριάζει με την πανωραία κερασιά που ο Τίου νιώθει ότι μόλις τώρα τον είδε.
- Μικρέ φρόντισε να κάνεις τη δουλειά που αγαπάς, έτσι δεν θα χρειαστεί να δουλέψεις ούτε μια μέρα, λέει ο γέρος και γίνεται κεράσι.
Ο Τίου αδειάζει τα στραγάλια από τις τσέπες του, χύνει το βραστό ρύζι στη ρίζα της κερασιάς και τρώει το κεράσι που ήταν κάποτε γέρος. Ο Τίου είναι προσεχώς σοφός. Μέχρι τότε εργάζεται …
Αυγή Βυθούλκα, 12/2/2015
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου