Βυθιζόμουν. Κι έχανα γλυκά-γλυκά την αίσθηση του φωτός. Κι ίσως μου άρεσε να βυθίζομαι στο χάος. Να χάνομαι για να δω ποιος θα με γυρέψει, να κινδυνεύω για να δω ποιος θα είναι ο από μηχανής θεός που θα τρέξει για να με προλάβει. Αιώνια λάτρης του ρομαντικού θανάτου. Πνιγόμουν από εκείνα τα τροπικά φυτά που η ίδια έτρεφα με εκείνη την σπαρακτική τάση της αυτοκαταστροφής μου. Λίγο, λίγο χανόμουν.
Μα δεν υπήρξε τίποτα πιο γυναικοτραβηχτικό από εκείνη τη μελαγχολία. Να ατροφείς και να προσπαθούν να σε συντηρήσουν. Να σέρνεσαι και ο καθένας να ταυτίζεται με τη δική σου ήττα. Να αποτελειώνεις τη μέρα σου με δυο, τρια χάπια κι οι άλλοι να πλάθουν ευφάνταστα σενάρια για τον συνθέτη του επικήδειου σου. Να πεθαίνεις και να σε διευκολύνουν, σφραγίζοντας σου τα δυο μάτια.. Κι έπειτα οι συντετριμμένοι φίλοι σου, που μέχρι πριν ολόλυζαν, να σε ρωτούν με εκείνη την ελαιώδη διαύγεια των βαλτολιμνών '' πως είσαι; τι κάνεις;..'' αναμένοντας με εκείνη την αδυσώπητη λαχτάρα τα χειρότερα.
Κι εσύ να γράφεις, να θερμομετρείς. Να γράφεις, μπας και γλιτώσεις από το κυνηγητό που παίζεις με τον εαυτό σου. Να ξαναγράφεις και να διαβάζεις μέχρι τα μάτια σου να λειαίνουν το σχήμα των πραγμάτων. Κι έπειτα η χαρά του μοιράζομαι να γίνεται ευχή, ευχή να με λυπούνται με εκείνη την αναίσθητη παγωμένη λύπη που ισοδυναμεί με γνώση. Σπουδαίο το έργο των ελεγκτών της ψυχοσύνθεσης μου, πολύ ευγενική παρακολούθηση.
Μνημονεύω ώρες ωρών που πέταξα η αφελής, γεμάτη ακόμη περηφάνια. Δικά μας τα λάθη... Καλημέρα, πάει καιρός που ξύπνησα.
Μαρίνα Οζόριο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου