Ήταν τότε που οι ώρες κυλούσαν αργά σάμπως οι λεπτοδείκτες να κολυμπούσαν στο αντίθετο ρεύμα του χρόνου, κοπιάζοντας, κι εμείς καθόμασταν εκεί μην τολμώντας να ανασάνουμε, μην τολμώντας να σπάσουμε την ακινησία, μην τολμώντας..
Και οι ώρες κυλούσαν αργά κι έγιναν μέρες και κάποτε χρόνια
κι ύστερα το ρολόι κουράστηκε να παλεύει και παραδόθηκε και κείνο στο ρυθμό του, το ένα λεπτό μετά το άλλο, να χάνεται αμετάκλητα κι έτσι να γίνεται, μαλακά και ήσυχα ώσπου κάποιο λεπτό να μην το διαδεχθεί, ποτέ, κανένα άλλο..
Κι εμείς μέναμε εκεί χωρίς την ανάσα, χωρίς το άγγιγμα, χωρίς τη λέξη..
Και το κρύο θαρρείς και ρούφηξε όλο το οξυγόνο απ την κάμαρα
και η αγάπη έσβησε - τι σπατάλη!
Κι ήταν το μόνο φως, η μόνη παρηγοριά στο δωμάτιο..
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου