|
Pierre Mornet |
Θάνατος. Το μεγαλύτερο ποσοστό των ανθρώπων που μόλις
διάβασαν αυτή τη λέξη ,θα σκέφτηκαν αυθόρμητα “Τίποτα πιο ευχάριστο δεν έχει να
μας πει αυτή η κοπέλα με τα δάχτυλα στο πληκτρολόγιο”; Η απάντηση είναι ότι έχω
πάρα πολλά ευχάριστα να σας πω- μόλις έφαγα μια γκοφρέτα σοκολάτα, ένα παιδί
σήμερα μου χαμογέλασε τρίβοντας το πρόσωπό του στα πόδια της μητέρας του, καθώς οδηγούσα ένιωσα τις ακτίνες του ήλιου
να μου ζεσταίνουν την κρύα μου μύτη ενώ ταυτόχρονα άκουγα στο ραδιόφωνο τζαζ
ήχους και μελωδίες Νίνα Σιμόν, ένα αγαπημένο μου πρόσωπο μου έφτιαξε ένα
φλιτζάνι τσάι με γεύση βανίλια ενώ παράλληλα βλέπαμε μια ταινία με προορισμό το
φεγγάρι και πολλά πολλά άλλα...
Αλλά μέσα σ'όλα αυτά- τα όμορφα, τα υπέροχα, τα φωτεινά, τα
γεμάτα ζωή κι αισιοδοξία γεγονότα- ξαφνικά ξεπετάχτηκε κι αυτή η λέξη από “Θ”.
Κι ακαριαία χίλιες σκέψεις, χίλια συναισθήματα άρχισαν να με καταδιώκουν κι εγώ
άρχισα να τρέχω, να κάθομαι απότομα και να σηκώνομαι για να ξανατρέξω μέχρι που
τελικά βρήκα καταφύγιο σ'αυτή την λευκή-προ ολίγου- ηλεκτρονική σελίδα.
Θάνατος λοιπόν. Τι λέξη κι αυτή! Έχει απασχολήσει
φιλόσοφους, ιστορικούς, επιστήμονες, δημοσιογράφους, νεκροθάφτες, σκηνοθέτες,
νοσοκόμους, περαστικούς, φίλους, συγγενείς και πολλούς πολλούς άλλους. Και θα
συνεχίσει να τους απασχολεί -αυτούς και τους πολλούς πολλούς άλλους- μέχρι να
πεθάνουν. Αλλά είναι τόσοι πολλοί ,που είναι δύσκολο να πεθάνουν όλοι μαζί-
εκτός κι αν μιλάμε για το θάνατο της ίδιας της ζωής, του πλανήτη μας, του
γαλαξία μας, του σύμπαντος. Άρα, μαθηματικά τεκμηριωμένα, πάντα θα υπάρχει
κάποιος που θα τον απασχολεί αυτή η τρισύλλαβη λέξη και θα περνά στιγμές -όπως
αυτή που βιώνω εγώ τώρα, όπου θα θέλει να εκφράσει τις σκέψεις του, τις
ανησυχίες του, τα κενά του... τις λέξεις του τελοσπάντων. Κι αυτό γιατί θα
είναι ένας ζωντανός αυτός ο κάποιος -όπως είμαι κι εγώ, και θα' χει ένα μυαλό
που θα δίνει ασταμάτητα χιλιάδες ή μάλλον δεκάδες + x (αναλόγως το ποιος είναι αυτός ο
κάποιος) σκέψεις ,όπου το x μπορεί
να είναι οποιοσδήποτε πραγματικός αριθμός ή ακόμα και φανταστικός αριθμός αν
πρόκειται για κάποιον “φανταστικό κάποιον”. Και τώρα σίγουρα κάποιοι θα
σκέφτηκαν γιατί μας μπερδεύει, αυτή η κοπέλα με το πληκτρολόγιο, μ' αυτά τα
μαθηματικά ξαφνικά; Γιατί υπάρχουν κάποιοι που είναι προκατειλημμένοι με τα
μαθηματικά ,γιατί απλά δεν είχαν ποτέ έναν καλό κάποιο δάσκαλο που να τους
εξηγήσει ότι τίποτα δεν είναι δύσκολο, αλλά απλά άγνωστο, ότι δεν υπάρχει
έξυπνος άνθρωπος, αλλά ότι ο κάθε άνθρωπος έχει τη δική του εξυπνάδα και ποτέ
δεν θα μπορέσει κανείς να φτάσει την εξυπνάδα του άλλου- κι αν κάποιος
συγκρίνει το μυαλό του μ'αυτό του ενός κάποιου άλλου ποτέ δεν θα μπορέσει να το
φτάσει (αφού δεν είναι το δικό του) και παράλληλα θα απομακρύνεται όλο και
περισσότερο κι από το δικό του-το μοναδικό υπέροχο δικό του μυαλό. Πόσα
μοναδικά υπέροχα μυαλά έχουν γίνει από κάτι, τίποτα, επειδή δεν εμφανίστηκε
ποτέ κάποιος να τους εξηγήσει τα πράγματα όπως τα αντιλαμβάνονται αυτά κι όχι
όπως το μυαλό αυτού του ενός κάποιου δάσκαλου; Αλλά πώς έφτασα ξαφνικά να γράφω
για όλα αυτά; Εγώ είχα ξεκινήσει από το θάνατο. Ας συνεχίσω λοιπόν.
Τώρα που το σκέφτομαι κάπως έτσι ήρθε στο μυαλό μου σήμερα
αυτή η λέξη από “Θ” κι η επιθυμία μου να θέλω να γράψω γι αυτήν. Ήταν μια
αλυσιδωτή αντίδραση σκέψεων- μη ελεγχόμενη, που απελευθέρωσε τεράστια ποσά
ενέργειας και ακτινοβολίας. Γι αυτό και ξέχασα το ζεστό τσάι και τη Νίνα Σιμόν
και άρχισα να σκέφτομαι το θάνατο.
Φόρεσα τα μαύρα γυαλιά μου για να προφυλαχτώ από την επικίνδυνη ακτινοβολία και
άρχισα να πηγαινοέρχομαι πάνω κάτω προσπαθώντας να διοχετεύσω όλη αυτήν την
ενέργεια που είχε απελευθερωθεί με την έκρηξη αυτής της πυρηνικής βόμβας.
Θάνατος, θάνατος, θάνατος, θάνατος, θάνατος...Αναρωτιέμαι
ποιες θα είναι οι παρενέργειες αν συνεχίσω να σκέφτομαι αυτή τη λέξη. Να, μπήκε
και το “θα” στην κουβέντα. Το “θα” του μέλλοντος συνάντησε το “θα-...” του
τέλους. Θα- νατος ! Σαν να τον βλέπω αυτόν τον κάποιο. Εκεί που άρχισε να κάνει
όνειρα και σχέδια και σκέψεις μακρινές και ταξιδιάρικες, ξαφνικά είδε το θάνατο
να έρχεται. Θα- Να'τος! Και πώς να μην έρθει μ'όλα αυτά τα “θα” του μέλλοντος
που άκουγε; Είναι σαν να ακούς την πρώτη συλλαβή του ονόματός σου κι εκεί που
τα αντανακλαστικά σου γυρίζουν το κεφάλι σου προς την πηγή του ήχου ,ξαφνικά
διαπιστώνεις ότι δεν φωνάζουν εσένα. Κι εντάξει να συμβεί μία φορά, αλλά όταν
επαναλαμβάνεται το λιγότερο που μπορεί να συμβεί είναι να εκνευριστείς. Κι όσο
πιο πολύ ακούγεται τόσο περισσότερο εκνευρίζεσαι. Εκνευρίζεσαι, θυμώνεις,
εξοργίζεσαι, βγαίνεις εκτός ελέγχου και κάπως έτσι γίνονται τα εγκλήματα
πάθους. Και πώς να μην εξοργιστεί πια αυτός ο θάνατος αφού κανείς δεν τολμάει
να τον αποκαλέσει με το όνομά του, αλλά παίζει με το όνομά του- άθελά του, αλλά
το ίδιο κάνει- ενώ δεν φοβάται να μιλάει για το μέλλον και να μιλάει και να
μιλάει και να μιλάει, αντί να κάνει ,κάνει, κάνει. Κι όσο πιο πολύ μιλάει ,τόσο
πιο πολύ περνάει ο χρόνος και τόσο πιο πολύ εκνευρίζεται ο θάνατος. Τώρα
θυμήθηκα μια πρόταση που είπε προχτές η δασκάλα χορού βλέποντάς κάποιες
μαθήτριες να δοκιμάζουν-όπως όπως και ό,τι ό,τι βγει-από την αριστερή γωνία τον
συνδυασμό που αρχικά είχε υποδείξει από την δεξιά γωνία: “Τώρα είναι η
στιγμή.Τώρα πρέπει να γίνουν τα πράγματα, γιατί... Γιατί η ζωή περνάει και φεύγει”. Πολύ βαρύγδουπα και ποιητικά όλα αυτά. Πωπω,
δεν αντέχω. Πωπω, δεν μπορώ. Πωπω και ωπωπ και ωχωχ και αχαχ και χαχα τελικά.
Και τώρα που το σκέφτηκα πάλι ανέφερα κάποιον δάσκαλο. Φαντάζεστε να υπήρχε
ένας δάσκαλος που θα μας μάθαινε το “Θάνατο”;
Μαθαίνεται άραγε ο θάνατος; Μου' ρθε τώρα εικόνα στο μυαλό. Ένας κάποιος
δάσκαλος να γράφει στον πίνακα με κιμωλία : “Θ = ∫∞” .
Και κάπου εδώ λέω να σταματήσω να γράφω.
Βίκυ Μιχαλοπούλου