Πριν γυρίζεις στους δρόμους και ετοιμάζεσαι.
Προετοιμάζεσαι.
Μαθαίνεις τρώγοντας, σκουντουφλώντας σε σκοτάδια με δεμένα μάτια.
(Ζεις στη σπηλιά παρακολουθώντας σκιές και μπερδεύεσαι μαζί τους μέχρι να δεις μια πραγματική αλήθεια, αυτής της αγάπης και του έρωτα του ανυπόφορου και του πυρακτωμένου.)
Να δεις μια γλίτσα που νοτίζει τις κόγχες των ματιών του ερωτευμένου
Να ψάξεις το πρόσωπο του ανάμεσα σε άλλα αδιάφορα, συνηθισμένα σε ένα σαλόνι περιποιημένο αναμονής
Να αναζητήσεις την ανάσα του για να γεμίσεις τα ρουθούνια σου από ειρηνική μυρωδιά από ένα λαβωμένο κλαράκι…ταλαιπωρημένο… νερατζιάς
Να ακούς τον Σοπέν να σου παίζει τις νυχτερινές του σονάτες εκεί αόρατος και ζωντανός
Και το δέρμα σου να νοτίζεις από τον ιδρώτα του άλλου μετά από έρωτα βιαστικό και αναιδή
Και τα “Είναι οικογενειακό εστιατόριο, κύριοι!” να τα ακούς και να γελάς! (χα και χα!)
Και γάμους να κάνεις σε κρεβάτι με σεντόνια ροζ κεντητά, τα δανεισμένα από το συρτάρι του συγκατοίκου σου από την φοιτητική εστία
Και να έχεις ένα δεμένο δερμάτινο βραχιόλι στο μπράτσο σου με το όνομα της, σφιχτά δεμένο,
Και να αγάπας…
τόσο να αγαπάς…
Αλλά μέχρι τότε δε ξέρεις τίποτα. Νήστευες.
(Είσαι ένα σώμα που μεγαλώνει γερό και δυνατό για να μάθει αργότερα ότι οι γυναίκες υπαινίσσονται και άνδρες πληγώνουν και πάλι από την αρχή και αντίστροφα)
Και δίπλα να κάθεσαι σε ένα παγκάκι με ένα κουτάκι άδειο στο χέρι σου το δεξί, που έχει σχεδόν παγώσει Δεκέμβρη μήνα,
(Είσαι ένα σώμα που μεγαλώνει γερό και δυνατό για να μάθει αργότερα ότι οι γυναίκες υπαινίσσονται και άνδρες πληγώνουν και πάλι από την αρχή και αντίστροφα)
Και δίπλα να κάθεσαι σε ένα παγκάκι με ένα κουτάκι άδειο στο χέρι σου το δεξί, που έχει σχεδόν παγώσει Δεκέμβρη μήνα,
χωρίς λιακάδα
δώδεκα η ώρα το βράδυ.
Και λες ανεδαφικά πράγματα, που θα τα πάρεις όλα πίσω
(Θα τα κρύψεις μαζί με το εισητήριο από την συναυλία εκείνου το ροκ συγκροτήματος,
που όλοι γουστάραμε στο σχολείο τότε,ακόμη και αυτοί του πρώτου θρανίου με τα μολύβια τα ξυσμένα κάθε πρώτη ώρα Δευτέρας)
και θα αισθάνεσαι
(Θα τα κρύψεις μαζί με το εισητήριο από την συναυλία εκείνου το ροκ συγκροτήματος,
που όλοι γουστάραμε στο σχολείο τότε,ακόμη και αυτοί του πρώτου θρανίου με τα μολύβια τα ξυσμένα κάθε πρώτη ώρα Δευτέρας)
και θα αισθάνεσαι
ένας (μαζί με τον άλλον).
και θα διαβάζεις τα πάντα με ένα ξεφύλλισμα και
θα είσαι πιο πολύ από το περισσότερο.
Και θα επενδύσεις. (Και το καλό που σου θέλω να σπαταλήσεις γενναιόδωρα ότι φύλαγες.)
Και το καλό σου το σακάκι θα φορέσεις
Και υπεφυσικός θα φανείς στον εαυτό σου στον καθρέπτη σου
Και το πηρούνι θα πιάσεις με το αριστερό
Και θα κάνεις οικονομίες σε ένα κουμπαρά
Και θα πας στη δουλειά με το πουλόβερ το κίτρινο και τον καπνό σαν σύννεφο να σε χτυπάει στα ρουθούνια
Και προπάντων, θα πάψεις να λες μανία ή κενό ή ανία και θα λες “σε κρατάω”
Και θα είσαι εσύ (για τον άλλον).
Και να λες…
θα είσαι πιο πολύ από το περισσότερο.
Και θα επενδύσεις. (Και το καλό που σου θέλω να σπαταλήσεις γενναιόδωρα ότι φύλαγες.)
Και το καλό σου το σακάκι θα φορέσεις
Και υπεφυσικός θα φανείς στον εαυτό σου στον καθρέπτη σου
Και το πηρούνι θα πιάσεις με το αριστερό
Και θα κάνεις οικονομίες σε ένα κουμπαρά
Και θα πας στη δουλειά με το πουλόβερ το κίτρινο και τον καπνό σαν σύννεφο να σε χτυπάει στα ρουθούνια
Και προπάντων, θα πάψεις να λες μανία ή κενό ή ανία και θα λες “σε κρατάω”
Και θα είσαι εσύ (για τον άλλον).
Και να λες…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου