Ι
σε ένα παράλληλο έκδοχο της αναπόφευκτης ζωής,
το εικαστικό παράθυρο ενός ονείρου,
υπερέβη τη χρήση:
τα ρούχα γίναν σύνορα
-έτσι θλιβερά που εγκαταλείπονταν
προς τον κίτρινο ουρανό-
δίχως άγκυρες κορμιών
ή δακρύων,
στις πιο σημαντικές στιγμές τους/
κι όση δίψα,
κι όση πείνα,
από όλα τα αλεξίσφαιρα χρόνια/
όση αγωνία/
να συντηρηθεί η περιούσια ουδετερότητα,
η εκφορά των θαυμάτων κατάντησε/
ένα αχόρταγο κοράκι που τσιμπολογάει το ήπαρ μας,
ή μια νύχτα με ανεμοβρόχι που
τα χέρια της μάνας σε σκεπάζουν,
φτερά παγονιού περισσότερο/
παρά οχυρώματα
του κρύου.
ΙΙ
σε αυτόν τον αγώνα
με ερυθρές στρουθοκαμήλους,
την ερμητική μοναξιά της τροχιάς
των άλμπατρος/
πάνω απ’ τις ταράτσες της Καισαριανής
με τα αγριοπερίστερα,
και την αγωνία του σκότους, να μη διακορευτεί από το φως/
το μέταλλο θώρακος
των κατάμαυρων πόντων,
βρήκε μια κοίλη ανάπαυση
σε έναν σπειροειδή γαλαξία/
-αυτά για τα πετεινά
και τα άστρα-
όλοι οι υπόλοιποι
γονυπετείς,
ένθεοι και άθεοι/
απομείναμε ικέτες
του ελεήμονος βοριά,
που θα καθαρίσει ανώδυνα,
την επιδράμουσα σκόνη/
Κωνσταντίνος Λουκόπουλος
τις λέξεις που μας χαρίζει ο Κωνσταντίνος θα τις βρείτε εδώ: loukopk.wordpress.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου