(Εκείνο το Πάσχα στη Σαντορίνη)
Ήσουν εξουθενωμένος
δεν το έκρυβες από τα χάδια
αργά τα πάθη κυλούσαν στις σκέψεις σου
το καράβι πλησίαζε με κακό καιρό το λιμάνι
πήγα να πέσω και με κράτησες
κι έτσι για μια τόση δα στιγμούλα
ο ουρανός συγκατάθεσε την παρουσία μας
σε τούτο το πλεούμενο τσόφλι
καταμεσής της Μεγάλης Στιγμής.
Ανεβαίναμε το βράχο σειρά κινητή
εσύ μπροστά
πίσω σου εγώ
ξωπίσω μας χιλιάδες των αγγέλων τα σώματα
τραβούσαν κι αυτά για την άσπρη πλαγιά.
Εκεί μας περίμενε ο θάνατος, η ζωή και κάτι χαρούμενοι φίλοι.
Ήσουν μέσα μου βαθιά
Ήμουν μέσα σου ανομολόγητα
Όσο το μικρό ηλιάκι ψέλλιζε νυσταγμένα
στον ώμο της Αγίας Ειρήνης
είδα τα χείλη σου να σχηματίζουν το όνομά μου
και να τ’ ακούω ξεκάθαρα όπως χιλιάδες αιώνες πριν
όταν ανάψαμε το πρώτο μας κερί
σ’ αυτό το νησί
κάτω από τη θάλασσα.
Αυγή Βυθούλκα, 8/4/2015
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου